Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2009

ΒΙΤΑΜΙΝΗ C (ασκορβικό οξύ)

Η Βιταμίνη C ονομάζεται επίσης και ασκορβικό οξύ. Υπάρχει από τη φύση σε πολλά φρούτα και λαχανικά τα πορτοκάλια και οι ντομάτες είναι πλούσια σε βιταμίνη C. Η έλλειψη βιταμίνης C μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία από σκορβούτο στα ούλα και κάτω από το δέρμα. Το ίδιο το ανθρώπινο σώμα δεν συνθέτει βιταμίνη C και για την εξασφάλισή της βασίζεται αποκλειστικά στην πρόσληψη τροφής.
Η Βιταμίνη C είναι σχετικά σταθερή σε ξηρά κονιοποιημένη μορφή. Για αυτό το λόγω οι κάψουλες και τα δισκία βιταμίνης C φυλάσσονται σε φιάλες για μακρά χρονικά διαστήματα. Ωστόσο, η Βιταμίνη C σε υδατοειδές διάλυμα οξειδώνεται άμεσα με τον αέρα και το φως (γίνεται καφετιά). Επομένως, η Βιταμίνη C παρουσιάζει υψηλή αστάθεια και δυσκολία στην χρήση της κατά την παρασκευή καλλυντικών προϊόντων.
Η Βιταμίνη C που προσλαμβάνεται με την τροφή δεν προσλαμβάνεται από το ανθρώπινο στομάχι το ίδιο ικανοποιητικά με την βιταμίνη Ε. Μόνο το 20-30% απορροφάται από το στομάχι. Η απορροφημένη Βιταμίνη C μεταφέρεται κατόπιν μέσω της κυκλοφορίας του αίματος σε ολόκληρο το σώμα. Το ανθρώπινο σώμα διαθέτει ολική δεξαμενή βιταμίνης C περί τα 1.500 mg. Η βιταμίνη C καταναλώνεται πρώτα με τις λειτουργίες του σώματος. Το σωματικό και ψυχολογικό στρες καταναλώνουν σημαντικές ποσότητες βιταμίνης C. Το κάπνισμα επίσης καταναλώνει αρκετή ποσότητα βιταμίνης C. Έχει διαπιστωθεί πως οι ανάγκες σε κατανάλωση βιταμίνης C στους καπνιστές είναι τουλάχιστον 150 mg ημερησίως σε σύγκριση με τους μη καπνιστές (60mg ημερησίως). Οι ειδικοί συνιστούν ως επιθυμητή την αύξηση της ποσότητας αυτής για τους καπνιστές στα 200 mg ημερησίως.
Η ποσότητα της βιταμίνης C που προσλαμβάνεται από το στομάχι και μεταφέρεται στο δέρμα είναι πολύ μικρή. Επομένως, το δέρμα είναι ευάλωτο σε περίπτωση έλλειψης σε βιταμίνη C. Με άλλα λόγια, το δέρμα ζητάει τη βιταμίνη C, ιδιαίτερα το δέρμα του προσώπου που είναι περισσότερο εκτεθειμένο στο περιβάλλον.
H χρήση της βιταμίνης C τοπικά παρουσιάζει ένα σημαντικό πλεονέκτημα, έχει σχετικά καλή απορρόφηση από το δέρμα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η βιταμίνη C είναι ένα μικρό μόριο (το μοριακό της βάρος είναι 176,12. δηλαδή, χαμηλότερο από αυτό του κιτρικού οξέος), η δομή της Βιταμίνης C παρουσιάζει καλή συγγένεια με το δέρμα και αυτό, ως εκ τούτου, διψάει για βιταμίνη C. Mόλις η βιταμίνη C απορροφηθεί από το δέρμα, διατηρείται σε αυτό για 3 ημέρες και δεν αφαιρείται ούτε με τρίψιμο ούτε με νερό, ούτε με τον ιδρώτα.
Η βιταμίνη C όχι μόνο αποτρέπει την καταστροφή του δέρματος από τις ηλιακές ακτίνες αλλά μπορεί επίσης να επανορθώσει δερματικές βλάβες από ηλιακή ακτινοβολία. Πειράματα έδειξαν πως οι δερματικές βλάβες σε περιπτώσεις εφαρμογής βιταμίνης C σε σχέση με δέρματα δίχως τέτοια εφαρμογή. Επίσης, η τοπική χρήση βιταμίνης C σε κατεστραμμένα δέρματα επιτάχυνε σημαντικά την ίαση σε σχέση με την πλήρη απουσία βιταμίνης C. Από αυτήν την άποψη, η βιταμίνη C προσφέρει επαρκή προστασία από τον ήλιο.
Ο μηχανισμός προστασίας από τον ήλιο της βιταμίνης C διαφέρει από τα κλασσικά αντιηλιακά. Η αντιηλιακή προστασία της Βιταμίνης C μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, εφόσον η βιταμίνη C καταναλώνεται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προστασίας. Όπως και τα αντιοξειδωτικά, οξειδώνεται μόνη της για να προστατεύσει το δέρμα. Καθώς μειώνεται η συγκέντρωση βιταμίνης C. Μειώνεται επίσης και η ικανότητα προστασίας.
Τα παραδοσιακά αντιηλιακά έχουν αρκετά σταθερή απόδοση στον χρόνο, εκτός εάν αφαιρεθούν. Με άλλα λόγια, τα αντιηλιακά δεν καταναλώνονται κατά την διαδικασία προστασίας. Με την αφαίρεση του αντιηλιακού από το δέρμα, η αντιηλιακή προστασία διακόπτεται άμεσα. Ωστόσο, η βιταμίνη C δεν μπορεί να αναιρεθεί από το δέρμα και η αντιηλιακή προστασία διαρκεί έως ότου μειωθεί η ποσότητα της συγκέντρωσης.
Αυτοί οι δύο διαφορετικοί μηχανισμοί αποκαλύπτουν τον καλύτερο τρόπο αντιηλιακής προστασίας του δέρματος – τον συνδυασμό αντιηλιακών με βιταμίνη C. Η βιταμίνη C θα πρέπει να εφαρμόζεται πρώτα στο δέρμα για εσωτερική αντιηλιακή προστασία και κατόπιν το αντιηλιακό θα πρέπει να εφαρμόζεται στο δέρμα για εξωτερική αντιηλιακή προστασία φερ΄ ειπείν, με αντιηλιακό προστασίας SPF-20 , δηλαδή 5% του αρχικού υπεριώδους φωτός. Επομένως, η προστασία του δέρματος είναι πολύ καλή. Εάν δεν χρησιμοποιηθεί κλασσικό αντιηλιακό στο δέρμα, η απορρόφηση είναι ταχεία και η ικανότητα αντιηλιακής προστασίας μειώνεται γρήγορα. Εάν δεν υπάρχει βιταμίνη C στο δέρμα, το ηλιακό φως που θα διαπεράσει το στρώμα του αντιηλιακού θα καταστρέψει το δέρμα.
Είναι αξιοσημείωτο πως η βιταμίνη C που δεν απορροφάται από το δέρμα (αλλά παραμένει στην κρέμα ή σε σημείο του δέρματος) δεν παρέχει καμία αντιηλιακή προστασία. Επομένως η υψηλή συγκέντρωση βιταμίνης C σε φορέα υψηλής διείσδυσης που εφαρμόζεται στο δέρμα είναι σημαντική για την εσωτερική αντιηλιακή προστασία του δέρματος. Η βιταμίνη C που ενσωματώνεται σε οποιαδήποτε κρέμα ή αντιηλιακό δεν επαρκεί για την αντιηλιακή προστασία λόγω της πενιχρής διείσδυσής της.
Η υδροκινόνη είναι η κλασική λευκαντική ουσία που χρησιμοποιείται σε αντιμελαγχρωστικά προϊόντα. Η υδροκινόνη σε συγκέντρωση 2% είναι πολύ δημοφιλής και σε συγκέντρωση 4% συνταγογραφείται από τους δερματολόγους. Πειράματα που έχουν διεξαχθεί in vitro (in vitro=κατάσταση προσομοίωσης), αποκαλύπτουν πως η βιταμίνη C έχει περί το 6% της ικανότητας λεύκανσης της υδροκινόνης, η οποία διαθέτει μια σημαντική λευκαντική δράση στο δέρμα, ιδιαίτερα κατά τη μακροχρόνια χρήση. Η υδροκινόνη θεωρείται καρκινογόνος ουσία που προκαλεί καρκίνο του δέρματος. Η υδροκινόνη έχει απαγορευτεί σε πολλές υπερπόντιες χώρες όπως η Ιαπωνία, η Κορέα, κλπ. Προς το παρόν, η χρήση της Υδροκινόνης σε καλλυντικά προϊόντα παραμένει νόμιμη στις Η.Π.Α σε μέγιστη συγκέντρωση 2%. Εκτός της πιθανότητας καρκινογένεσης, τα προϊόντα υδροκινόνης αποκτούν καφετί ή σκούρα καφέ όψη με μεγάλη ευκολία. Είναι δύσκολη η φύλαξη προϊόντων υδροκινόνης για διάστημα μεγαλύτερο των 3-4 μηνών.
Ωστόσο, η βιταμίνη C δεν παρουσιάζει καμία παρενέργεια και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μακροχρόνια βάση. Έχει διαπιστωθεί πως υψηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης C (> 5%) προσλαμβάνουν ικανοποιητικά την εμφάνιση φακίδων και καφέ κηλίδων στο δέρμα. Η απόχρωση του δέρματος μπορεί να βελτιωθεί εμφανώς. Συνήθως μετά από καθημερινή χρήση για διάστημα 2 εβδομάδων. Η αντιμελαγxρωστική δράση της βιταμίνης C αποτελεί ένα σημαντικό όφελος για το δέρμα κατά τη χρήση της. Σήμερα η βιταμίνη C χρησιμοποιείται ευρέως σε προϊόντα λεύκανσης και αποχρωματισμού του δέρματος.
Ας εξετάσουμε την χημική δομή της βιταμίνης C. Ο διπλός δεσμός άνθρακα με άνθρακα (κάτω μέρος) μπορεί εύκολα να υποστεί οξείδωση και να μετατραπεί σε απλό δεσμό. Έτσι εξηγείται η αντιοξειδωτική ικανότητα της βιταμίνης C. Σήμερα η βιταμίνη C χρησιμοποιείται ευρέως σε προϊόντα λεύκανσης και αποχρωματισμού του δέρματος.
Πως σταθεροποιείται η βιταμίνη C. Είναι αδύνατον να μεταβάλλει κανείς την φύση του διπλού δεσμού C=C. Ο έξυπνος τρόπος σταθεροποίησης του διπλού δεσμού βιταμίνης C είναι η προσκόλληση μίας μεγάλης ομάδας στην υδροξυλική ομάδα στα άκρα του διπλού δεσμού. Όπως προκύπτει, οι οξειδωτικές ουσίες δεν έχουν πρόσβαση στον διπλό δεσμό λόγω της αναχαιτιστικής δράσης των μεγάλων αυτών ομάδων. Στην χημεία, η διαδικασία αυτή ονομάζεται στερεοχημικός αποκλεισμός. Εάν μία μεγάλη ομάδα που προσκολλάται στην θέση DH στο υψηλότερο σημείο, ο στερεοχημικός αποκλεισμός δεν είναι τόσο αποτελεσματικός λόγω της μακρύτερης απόστασης από τον διπλό δεσμό C-C. Εάν μία παλμιτική ομάδα προσκολλάται στο ΟΗ στο σωστό άκρο του διπλού δεσμού C-C και μία άλλη παλμιτική ομάδα προσκολλάται στο υψηλότερο σημείο. ΟΗ, η δομή αυτή ονομάζεται ασκορβυλικό διπαλμιτικό οξύ και πρόκειται για μία λιπαρή διαλυτή ουσία γιατί δύο (υδρόφιλες) ομάδες ΟΗ μετατρέπονται σε δύο (υδρόφοβες) παλμιτικές ομάδες. Προσέξτε πως το ασκορβυλικό διπαλμιτικό οξύ είναι παράγωγο της βιταμίνης C και διαφέρει από την βιταμίνη C. Μόνο η βιταμίνη C ή το ασκορβικό οξύ L έχει την επιθυμητή δράση στο δέρμα. Το ασκορβυλικό διπαλμιτικό οξύ θα πρέπει να επαναμετατραπεί ακριβώς στην μορφή της βιταμίνης C ούτως ώστε να παίξει τον ρόλο της βιταμίνης C στο δέρμα.
Συνήθως το αλατούχο μαγνήσιο προσκολλάται στις θέσεις ΟΗ του διπλού δεσμού C=C για τον σχηματισμό παραγώγων που ονομάζονται χημικά, όπως το φωσφορικό ασκορβυλικό μαγνήσιο ή το ασκορβατικό μαγνήσιο PCA, κλπ. Λόγω του υδρόφιλου (υδατοδιαλυτότητα) του αλατούχου μαγνησίου, τα χημικά μαγνησίου της βιταμίνης C είναι επίσης υδατοδιαλυτά.

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος14/3/11, 8:36 μ.μ.

    ποιοι θα μπορούσαν να θεωρηθούν παράμετροι που δεν επηρεάζουν μια έρευνα σχετικά με τη δράση της βιταμίνης c στον ανθρώπινο οργανισμό???

    ΑπάντησηΔιαγραφή